Τα συμβαίνοντα τελευταία γύρω από το θέμα των αδρανών αποβλήτων (οικοδομικών απορριμμάτων) της περιοχής μας, αναδεικνύουν δύο σοβαρά ζητήματα: αφενός μεν την αδυναμία συνεννόησης ακόμα και για θέματα που υπάρχει ευρύτερη συμφωνία ως προς την αναγκαιότητα αντιμετώπισής των και αφετέρου, το έλλειμμα ολοκληρωμένης πολιτικής για την αντιμετώπιση οξυμμένων περιβαλλοντικών προβλημάτων.
Και τα δύο ζητήματα βέβαια είναι αλληλοτροφοδοτούμενα: η έλλειψη κουλτούρας συνεννόησης που μας χαρακτηρίζει, τοπικά και γενικά (ως λαός πληρώνουμε ακριβά την έλλειψή της), επηρεάζει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την αντιμετώπιση ζωτικών προβλημάτων που αφορούν το φυσικό περιβάλλον και επομένως τον ίδιο τον άνθρωπο. Από την άλλη, η έλλειψη συγκροτημένης περιβαλλοντικής πολιτικής εμποδίζει την ανάπτυξη εποικοδομητικού διαλόγου γύρω από ένα σοβαρό πρόβλημα και εν τέλει εμποδίζει τη συμφωνία για την επίλυσή του.
Στο εύλογο ερώτημα, από πού πρέπει κάποιος να ξεκινήσει, η απάντηση είναι προφανώς από το δεύτερο, αφού το πρώτο, η συγκρότηση κουλτούρας συνεννόησης, δεν επιτυγχάνεται από τη μια μέρα στην άλλη, είναι θέμα παιδείας κ.λ.π. Δηλαδή να ξεκινήσει από τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών – και πλέον απαιτητικών για λύση σε μια περιοχή που επιζητεί τον τουρισμό – προβλημάτων.
Είναι επίσης προφανές ότι, ολοκληρωμένος περιβαλλοντικός σχεδιασμός δεν μπορεί να θεωρείται η αποσπασματική και υπό την δαμόκλειο σπάθη της επιβολής προστίματος αντιμετώπιση ενός προβλήματος, όπως αυτό της διαχείρισης των αδρανών αποβλήτων. Είναι βεβαίως και αυτό αλλά είναι και πολλά άλλα, χωρίς τα οποία και αυτό σχεδόν ακυρώνεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η στρεβλή διαχείριση των οικιακών απορριμμάτων με το εφεύρημα των μπλε κάδων όπου η συσσώρευση όλων των ανακυκλώσιμων (και όχι μόνο) υλικών σε έναν κάδο, αφενός μεν ακυρώνει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα αξιοποίησής τους αφετέρου δημιουργεί την ψευδαίσθηση στον πολίτη ότι έπραξε το καθήκον του. Αντίθετα, μια ορθή πολιτική διαχείρισης των οποιασδήποτε μορφής απορριμμάτων στηρίζεται πρωτίστως στον ανθρώπινο παράγοντα, στη συμμετοχή του ενημερωμένου πολίτη που κάνει πράξη τη διαλογή στην πηγή, και δευτερευόντως σε μηχανολογικούς εξοπλισμούς. Γιατί μόνο τότε το αποτέλεσμα θα έχει οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Για παράδειγμα, η (σχεδιαζόμενη ;) κατασκευή μονάδας μηχανικής διαλογής απορριμμάτων στον Χ.Υ.Τ.Α. Βλαχομάνδρας αποτελεί ημίμετρο γιατί, εκτός της ελαχιστοποίησης της δυνατότητας αξιοποίησης των υλικών που μπορούν να ανακυκλωθούν, θα είναι ενεργειοβόρος και αντιοικονομική και θα επιβαρύνει το κυκλοφοριακό πρόβλημα στους δρόμους πρόσβασης αφού τα προς επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση υλικά θα πηγαίνουν άσκοπη βόλτα στη Βλαχομάνδρα.
Αλλά εκτός από τα παραπάνω, μια πολιτική εναλλακτικής διαχείρισης των απορριμμάτων ενισχυμένη με την ανάλογη φερεγγυότητα μπορεί να αντιμετωπίσει και τις περιπτώσεις αρνητικής προδιάθεσης για χωροθέτηση εγκαταστάσεων διαχείρισής τους, όπως συμβαίνει με την περίπτωση των αδρανών στερεών αποβλήτων της περιοχής μας. Μια τέτοια πολιτική για την περίπτωση του Χ.Υ.Τ.Α. της Βλαχομάνδρας θα εμπεριείχε, ως αντιστάθμισμα, και μια αντίληψη αναβάθμισης της περιοχής. Θα μπορούσε για παράδειγμα να συνοδευτεί με την κατασκευή και λειτουργία ενός περιβαλλοντικού περιπτέρου στους χώρους του οποίου θα μπορούν να αναπτύσσονται με τη χρήση οπτικοακουστικού υλικού δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών και των μαθητών πάνω στα σύγχρονα περιβαλλοντικά προβλήματα και ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με την αυξημένη παραγωγή απορριμμάτων, την ανάγκη ορθής διαχείρισής των και τη συμμετοχή σε προγράμματα ανακύκλωσης.
Είναι φανερό λοιπόν ότι η ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων είναι κατά κύριο λόγο πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα και κατά δεύτερο τεχνικό. Είναι επίσης φανερό ότι, η φυσική και η περιβαλλοντική γεωγραφία της περιοχής αλλά και, κυρίως, η ίδια η ζωή επιβάλλουν τη συνεργασία των δυο γειτονικών δήμων, της Ναυπακτίας και της Δωρίδας, όχι μόνο στη διαχείριση των απορριμμάτων αλλά και στην αντιμετώπιση άλλων προβλημάτων, όπως για παράδειγμα είναι η προστασία της κοίτης του ποταμού Μόρνου και η ανεξέλεγκτη διαχείριση των φερτών υλικών της.
Και τα δύο ζητήματα βέβαια είναι αλληλοτροφοδοτούμενα: η έλλειψη κουλτούρας συνεννόησης που μας χαρακτηρίζει, τοπικά και γενικά (ως λαός πληρώνουμε ακριβά την έλλειψή της), επηρεάζει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την αντιμετώπιση ζωτικών προβλημάτων που αφορούν το φυσικό περιβάλλον και επομένως τον ίδιο τον άνθρωπο. Από την άλλη, η έλλειψη συγκροτημένης περιβαλλοντικής πολιτικής εμποδίζει την ανάπτυξη εποικοδομητικού διαλόγου γύρω από ένα σοβαρό πρόβλημα και εν τέλει εμποδίζει τη συμφωνία για την επίλυσή του.
Στο εύλογο ερώτημα, από πού πρέπει κάποιος να ξεκινήσει, η απάντηση είναι προφανώς από το δεύτερο, αφού το πρώτο, η συγκρότηση κουλτούρας συνεννόησης, δεν επιτυγχάνεται από τη μια μέρα στην άλλη, είναι θέμα παιδείας κ.λ.π. Δηλαδή να ξεκινήσει από τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών – και πλέον απαιτητικών για λύση σε μια περιοχή που επιζητεί τον τουρισμό – προβλημάτων.
Είναι επίσης προφανές ότι, ολοκληρωμένος περιβαλλοντικός σχεδιασμός δεν μπορεί να θεωρείται η αποσπασματική και υπό την δαμόκλειο σπάθη της επιβολής προστίματος αντιμετώπιση ενός προβλήματος, όπως αυτό της διαχείρισης των αδρανών αποβλήτων. Είναι βεβαίως και αυτό αλλά είναι και πολλά άλλα, χωρίς τα οποία και αυτό σχεδόν ακυρώνεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η στρεβλή διαχείριση των οικιακών απορριμμάτων με το εφεύρημα των μπλε κάδων όπου η συσσώρευση όλων των ανακυκλώσιμων (και όχι μόνο) υλικών σε έναν κάδο, αφενός μεν ακυρώνει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα αξιοποίησής τους αφετέρου δημιουργεί την ψευδαίσθηση στον πολίτη ότι έπραξε το καθήκον του. Αντίθετα, μια ορθή πολιτική διαχείρισης των οποιασδήποτε μορφής απορριμμάτων στηρίζεται πρωτίστως στον ανθρώπινο παράγοντα, στη συμμετοχή του ενημερωμένου πολίτη που κάνει πράξη τη διαλογή στην πηγή, και δευτερευόντως σε μηχανολογικούς εξοπλισμούς. Γιατί μόνο τότε το αποτέλεσμα θα έχει οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Για παράδειγμα, η (σχεδιαζόμενη ;) κατασκευή μονάδας μηχανικής διαλογής απορριμμάτων στον Χ.Υ.Τ.Α. Βλαχομάνδρας αποτελεί ημίμετρο γιατί, εκτός της ελαχιστοποίησης της δυνατότητας αξιοποίησης των υλικών που μπορούν να ανακυκλωθούν, θα είναι ενεργειοβόρος και αντιοικονομική και θα επιβαρύνει το κυκλοφοριακό πρόβλημα στους δρόμους πρόσβασης αφού τα προς επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση υλικά θα πηγαίνουν άσκοπη βόλτα στη Βλαχομάνδρα.
Αλλά εκτός από τα παραπάνω, μια πολιτική εναλλακτικής διαχείρισης των απορριμμάτων ενισχυμένη με την ανάλογη φερεγγυότητα μπορεί να αντιμετωπίσει και τις περιπτώσεις αρνητικής προδιάθεσης για χωροθέτηση εγκαταστάσεων διαχείρισής τους, όπως συμβαίνει με την περίπτωση των αδρανών στερεών αποβλήτων της περιοχής μας. Μια τέτοια πολιτική για την περίπτωση του Χ.Υ.Τ.Α. της Βλαχομάνδρας θα εμπεριείχε, ως αντιστάθμισμα, και μια αντίληψη αναβάθμισης της περιοχής. Θα μπορούσε για παράδειγμα να συνοδευτεί με την κατασκευή και λειτουργία ενός περιβαλλοντικού περιπτέρου στους χώρους του οποίου θα μπορούν να αναπτύσσονται με τη χρήση οπτικοακουστικού υλικού δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών και των μαθητών πάνω στα σύγχρονα περιβαλλοντικά προβλήματα και ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με την αυξημένη παραγωγή απορριμμάτων, την ανάγκη ορθής διαχείρισής των και τη συμμετοχή σε προγράμματα ανακύκλωσης.
Είναι φανερό λοιπόν ότι η ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων είναι κατά κύριο λόγο πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα και κατά δεύτερο τεχνικό. Είναι επίσης φανερό ότι, η φυσική και η περιβαλλοντική γεωγραφία της περιοχής αλλά και, κυρίως, η ίδια η ζωή επιβάλλουν τη συνεργασία των δυο γειτονικών δήμων, της Ναυπακτίας και της Δωρίδας, όχι μόνο στη διαχείριση των απορριμμάτων αλλά και στην αντιμετώπιση άλλων προβλημάτων, όπως για παράδειγμα είναι η προστασία της κοίτης του ποταμού Μόρνου και η ανεξέλεγκτη διαχείριση των φερτών υλικών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου